Κερατόκωνος – Διασύνδεση Kολλαγόνου Kερατοειδούς
Διασύνδεση κολλαγόνου είναι η ικανότητα των κολλαγόνων ινών να δημιουργούν σταθερούς δεσμούς μεταξύ τους. Η παρατήρηση ότι, ασθένεις με κερατόκωνο μέσης ηλικίας ή και διαβητικοί, είχαν πολύ αργή εξέλιξη της εκτασίας τους, οδήγησε στην κατανόηση των χημικών διεργασιών που συμβαίνουν φυσιολογικά. Διαπιστώθηκε ότι, η οξειδωτική απαμίνωση των τελικών άκρων των ινών, αλλά και η γλυκοζυλίωση αυτών, οδηγούν στη δημιουργία σταθερών δεσμών μεταξύ τους.
Στηριζόμενοι σε αυτές τις παρατηρήσεις, αναπτύχθηκε στο Πανεπιστήμιο της Δρέσδης στα τέλη του 1990 η βάση για τη σημερινή τεχνική, που σκοπό είχε να προάγει αυτή τη διασύνδεση και σε νέους ασθενείς που έπασχαν από κερατόκωνο. UV ακτινοβολία εφαρμόστηκε σε κερατοειδείς χοιριδίων και κουνελιών εμποτισμένους με ριβοφλαβίνη (β2). Τα πρώτα αποτελέσματα στα ζώα κατέδειξαν αύξηση της σκληρότητας του κερατοειδούς μέχρι και 70%. Εφαρμογή σε ανθρώπους με εξελισσόμενο κερατόκωνο πραγματοποιήθηκε το 2003 στη Δρέσδη και τα πρώτα αποτελέσματα ήταν πολύ ενθαρυντικά. Αυτό που διαπιστώθηκε ήταν αναστολή της εξέλιξης της εκτασίας και επιπέδωση της πρόσθιας καμπυλότητας του κερατοειδούς με βελτίωση της οπτικής οξύτητας σε μερικούς από αυτούς. Τον Απρίλιο του 2016 έλαβε έγκριση από το FDA.
H αρχική τεχνική (Dresden protocol) περιλαμβάνει εμπότιση του κερατοειδούς με ενστάλαξη ριβοφλαβίνης (β2) για 30 λεπτά, έπειτα από αφαίρεση του επιθηλίου του κερατοειδούς και εφαρμογή UV ακτινοβολίας για ακόμη 30 λεπτά. Η μέθοδος πραγματοποιείται με αναισθητικές σταγόνες και μετά το πέρας αυτής εφαρμόζεται μαλακός φακός επαφής και τοπική αγωγή μέχρι πλήρους επουλώσεως του επιθηλίου. Απαραίτητη προϋπόθεση αποτελεί το πάχος στρώματος του κερατοειδούς, το οποίο κατ’ ελάχιστο πρέπει να είναι 400μm, ώστε να είναι ασφαλής για τα ενδοθηλιακά κύτταρα. Έκτοτε διάφορα πρωτόκολλα έχουν χρησιμοποιηθεί στην προσπάθεια να επιταχύνουν το χρόνο της θεραπείας, να βελτιώσουν την μετεγχειρητική πορεία του ασθενούς, αλλά και να συμπεριλάβουν ασθενείς με πιο λεπτούς κερατοειδείς.
Η αρχική και κύρια χρήση της, ακόμα και σήμερα, αφορά στη θεραπεία του εξελισσόμενου κερατόκωνου. Γρήγορα εφαρμόστηκε και σε άλλες εκτατικές νόσους, όπως pellucid marginal degeneration και εκτασίες μετά από διαθλαστικές επεμβάσεις. Αποτελεί τη μοναδική θεραπεία η οποία μπορεί να αναστείλει την εξέλιξη του κερατόκωνου. Εφαρμόζεται στον αποδεδειγμένα εξελισσόμενο κερατόκωνο ανεξάρτητα από την ηλικία ή σε αυτόν που έχει αυξημένη πιθανότητα να εξελιχθεί, όπως σε νεαρά άτομα. Η χρήση της στην παιδική ηλικία δεν αντενδείκνυται, αλλά δεν αποτελεί πάγια τακτική.
Στις μέρες μας η μέθοδος χρησιμοποιείται ευρέως μόνη της ή σε συνδυασμό με διαθλαστικές επεμβάσεις, σε ασθενείς με εξελισσόμενο κερατόκωνο, ώστε να σταθεροποιήσει τον κερατοειδή, αλλά και να βελτιώσει την οπτική οξύτητα του ασθενούς. Συνοδεύει, υπό προϋποθέσεις, κάποιες διαθλαστικές επεμβάσεις ώστε να ενισχύσει το αποτέλεσμα. Εφαρμόζεται σε σοβαρές κερατίτιδες, εκτός της ερπητικής, σε συνδυασμό πάντα με κατάλληλο αντιμικροβιακό σχήμα. Όπως κάθε επεμβατική πράξη, υπόκειται σε κάποιους περιορισμούς στη χρήση της όπως ενδεικτικά οι πολύ λεπτοί κερατοειδείς, ιστορικό ή ενεργή ερπητική οφθαλμική προσβολή, σοβαρή θόλωση του κερατοειδούς, ιστορικό κακής επούλωσης επιθηλίου, σοβαρή ξηροφθαλμία, αυτοάνοσα νοσήματα και εγκυμοσύνη.
Παρόλα αυτά η διασύνδεση κολλαγόνου αποτελεί τη μόνη αποδεδειγμένη θεραπεία μέχρι σήμερα για τον κερατόκωνο.
Ειρήνη Σταθοπούλου – Κολιού
Χειρουργός Οφθαλμίατρος
Κερατόκωνος – Θεραπεία | Μονάδα Ημερήσιας Νοσηλείας EYE DAY CLINIC