Διάγνωση Ραγοειδίτιδας
Η διάγνωση γίνεται μετά από προσεκτική ανάλυση του οφθαλμολογικού και συστηματικού ιστορικού και την κλινική εξέταση. Αιματολογικός, βιοχημικός και ακτινολογικός έλεγχος χρειάζεται σε μερικές περιπτώσεις ώστε να αποκλειστούν λοιμώξεις ή αυτοάνοσοι νόσοι.
Η κλινική εξέταση περιλαμβάνει εκτίμηση της οπτικής οξύτητας, εξέταση στη σχισμοειδή λυχνία και μέτρηση της ενδοφθαλμίου πιέσεως. Σε μερικές περιπτώσεις διεξάγεται φλουοροαγγειογραφία. Κατά την εξέταση αυτή χορηγείται μια χρωστική ουσία ενδοφλέβια και απεικονίζεται η κυκλοφορία στον βυθό του οφθαλμού.
Οι σημαντικότερες επιπλοκές της ραγοειδίτιδας που οδηγούν σε ελάττωση οράσεως είναι ο καταρράκτης, το γλαύκωμα (αύξηση ενδοφθαλμίου πίεσης) και το οίδημα ωχράς κηλίδας.